- έλας
- (Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός). Ένοπλες δυνάμεις της αντιστασιακής οργάνωσης EAM κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, που αποτέλεσαν τη σημαντικότερη ανταρτική δύναμη στα χρόνια της Κατοχής. Ο πρώτος πυρήνας του μελλοντικού αντιστασιακού στρατού δημιουργήθηκε στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1941 από μόνιμους αξιωματικούς, με την ονομασία Στρατιωτικό Κέντρο Αντίστασης. Τον Ιανουάριο του 1942 το EAM αποφάσισε να ονομάσει ΕΛΑΣ το ένοπλο τμήμα του και στις 16 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους κυκλοφόρησε η ιδρυτική του προκήρυξη. Αρχηγός του ανταρτικού αυτού σώματος διορίστηκε ο στρατηγός Στέφανος Σαράφης με καπετάνιο τον Άρη Βελουχιώτη (ψευδώνυμο του Θανάση Κλάρα). Στην πολεμική δραστηριότητα του ΕΛΑΣ περιλαμβάνονται πολλές ανατινάξεις γεφυρών, σιδηροδρομικών γραμμών και τεχνικών έργων, παράλληλα προς τις διάφορες μάχες με τις κατοχικές στρατιωτικές δυνάμεις και τη διαρκή παρενόχλησή τους. Στην τελευταία περίοδο της δραστηριότητάς του, οι δυνάμεις του αριθμούσαν 90.000 μόνιμους μαχητές και 50.000 εφεδρικούς και ασκούσαν ουσιαστικό έλεγχο τουλάχιστον στο ένα τρίτο του εθνικού εδάφους.
Μετά την αποβίβαση των βρετανικών δυνάμεων στην Ελλάδα, η πολιτική κρίση που δημιουργήθηκε στη χώρα οδήγησε τελικά στη σύγκρουση μεταξύ ΕΛΑΣ και βρετανικών δυνάμεων, η οποία διήρκεσε 33 ημέρες (βλ. λ. Δεκεμβριανά). Στις 11 Ιανουαρίου 1945, υπογράφηκε ανακωχή ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και στα βρετανικά στρατεύματα και στις 14 Ιανουαρίου οι εχθροπραξίες σταμάτησαν. Το EAM άρχισε τότε διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση Νικολάου Πλαστήρα, οι οποίες οδήγησαν στη συμφωνία της Βάρκιζας, κατά τους όρους της οποίας οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ υποχρεώθηκαν να παραδώσουν τον οπλισμό τους και να διαλυθούν (28 Φεβρουαρίου 1945). Ανεξάρτητα από τα γεγονότα αυτά, ο ΕΛΑΣ συνέδεσε το όνομά του με την ιστορία της ελληνικής Αντίστασης και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη φθορά της γερμανικής πολεμικής μηχανής. Ο Γερμανός συγγραφέας Λόταρ Ρεντούλιν, στο βιβλίο του Ο πόλεμος των ανταρτών (Αμβούργο, 1953), παρατηρεί: «Ο συνολικός αριθμός των ανταρτών στην Ελλάδα ήταν μικρότερος σε σύγκριση με τη Γιουγκοσλαβία, αλλά οι Έλληνες αντάρτες κατόρθωσαν να προκαλέσουν μεγάλη ζημιά στα γερμανικά στρατεύματα. Στην Ελλάδα τα γερμανικά στρατεύματα υποχρεώθηκαν να αντιμετωπίσουν μεγάλες πολεμικές επιχειρήσεις, κυρίως στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο και στην Πελοπόννησο».
θαλάσσιες επιχειρήσεις. Το ναυτικό τμήμα του ΕΛΑΣ, γνωστό ως ΕΛΑΝ (Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό), το συγκροτούσαν διάφορα ιστιοφόρα και βενζινόπλοια, που χρησίμευαν στη μεταφορά τροφίμων, εφοδίων και ανταρτικών τμημάτων. Στην αρχή συγκροτήθηκαν τέσσερις μοίρες και ένας ανεξάρτητος στολίσκος, που κάλυπταν τις ανάγκες των ανταρτών στις παράκτιες περιοχές της Πελοποννήσου, της Στερεάς και της Θεσσαλίας. Αργότερα όμως συγκροτήθηκαν ακόμα δύο, για την κάλυψη των αναγκών τους στις ακτές από τη Χαλκιδική έως την Αλεξανδρούπολη. Κατά την περίοδο της δράσης τους, οι άντρες του ΕΛΑΝ συγκρούστηκαν περισσότερες από 80 φορές με τις κατοχικές περιπολικές δυνάμεις. Η συνολική δύναμη του ΕΛΑΝ αριθμούσε περίπου 100 σκάφη τριάντα έως εκατό τόνων, με πλήρωμα 1.200 αντρών. Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας τα σκάφη και ο οπλισμός τους παραδόθηκαν στις τοπικές αρχές διαφόρων λιμανιών.
Ο ηγέτης του ΕΛΑΣ Άρης Βελουχιώτης σε ομιλία του στην Πάτρα· δίπλα του, ο καθηγητής Γεώργιος Σημίτης, πατέρας του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Σημίτη (φωτ. από την έκδ. «100+1 χρόνια Ελλάδα»).
Παράδοση του οπλισμού του ΕΛΑΣ μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας (φωτ. από την έκδ. «100+1 χρόνια Ελλάδα»).
Άντρες μιας μεραρχίας του ΕΛΑΣ σε ορεινή περιοχή της Στερεάς Ελλάδας (φωτ. από την έκδ. «100+1 χρόνια Ελλάδα»).
* * *ἔλας, το (Μ)έλαιο.
Dictionary of Greek. 2013.